Εξωμήτρια Κύηση
Συμβαίνει όταν ένα γονιμοποιημένο ωάριο εμφυτεύεται εκτός της μήτρας, συνήθως σε μια από τις δύο σάλπιγγες.
Σε μερικές περιπτώσεις η εξωμήτρια κύηση δεν προκαλεί οποιαδήποτε συμπτώματα, αλλά μπορεί να διαγνωστεί μετά από εξέταση ρουτίνας-εγκυμοσύνης.
Παρόλα αυτά όμως οι περισσότερες γυναίκες έχουν συμπτώματα, τα οποία γίνονται εμφανή από την 5η μέχρι τη 14η εβδομάδα της κύησης.
Συμπτώματα
-
Δυνατός πόνος στη μια μεριά της κατώτερης κοιλιάς
-
Κολπική αιμορραγία, διαφορετική από περίοδο. Μπορεί να έχει ζωηρό ή σκούρο χρώμα και να μην είναι συνεχόμενη
-
Πόνος στον ώμο. Αντανακλαστικός πόνος που υποδηλώνει εσωτερική αιμορραγία και γίνεται περισσότερο αντιληπτός από τη γυναίκα όταν ξαπλώνει
-
Ναυτία, εμετός
-
Ταχυκαρδία
-
Τάση για λιποθυμία
Παράγοντες Κινδύνου
-
Προηγούμενο ιστορικό με εξωμήτριο
-
Προηγούμενη επέμβαση στις σάλπιγγες
-
Τοποθέτηση εμβρύου μετά από εξωσωματική γονιμοποίηση
-
Χρήση ενδομήτριου σπειράματος (coil) για αντισύλληψη
-
Κάπνισμα
-
Ηλικία >35 χρόνων
Διάγνωση
Μερικές φορές είναι δύσκολη, γιατί τα συμπτώματα της εξωμήτριας κύησης μοιάζουν με πολλές άλλες καταστάσεις.
-
Εξετάσεις αίματος
Μέτρηση της β χοριονικής γοναδοτροπίνης (β-hCG) , ορμόνη η οποία παράγεται από τον πλακούντα και αν τα επίπεδα της είναι χαμηλά ή δεν αυξάνονται φυσιολογικά τότε μπορεί να υποδηλώνει είτε εξωμήτριο είτε αποβολή.
-
Κολπικός υπέρηχος
Για να εξακριβωθεί η θέση του εμβρύου.
-
Λαπαροσκόπηση
Αν δεν επιβεβαιωθεί με τις εξετάσεις αίματος και τον υπέρηχο, τότε ίσως χρειαστεί η λαπαροσκόπηση για την τελική διάγνωση ή και θεραπεία.
Επιπλοκές
Για αποφυγή των επιπλοκών είναι σημαντική η όσο το δυνατό πιο έγκαιρη διάγνωση.
Όσο καθυστερεί η διάγνωση του εξωμητρίου τόσο αυξάνεται ο κίνδυνος για πρόκληση βλάβης της σάλπιγγας που μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο για μελλοντική εξωμήτρια κύηση. Επίσης υπάρχει αυξημένος κίνδυνος ρήξης της σάλπιγγας, που μπορεί να προκαλέσει σοβαρή εσωτερική αιμορραγία και υπογκαιμικό σοκ, μιας κατάστασης που η αρτηριακή πίεση πέφτει σε επικίνδυνα χαμηλά επίπεδα, που μπορεί να χρειαστεί επείγουσα χειρουργική επέμβαση, ή και μετάγγιση αίματος.
Θεραπεία
Αν η εξωμήτρια κύηση διαγνωστεί προτού προηγηθεί ρήξη της σάλπιγγας μπορούν να προσφερθούν οι πιο κάτω επιλογές:
1) ΣΤΕΝΗ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗ
Αν τα συμπτώματα είναι ήπια τότε υπάρχει μεγάλη πιθανότητα, η εγκυμοσύνη να έχει διακοπεί από μόνη της. Το γονιμοποιημένο ωάριο δεν θα είναι πλέον βιώσιμο και θα απορροφηθεί από τους γύρω ιστούς χωρίς να χρειαστεί οποιαδήποτε θεραπεία.
Αυτό είναι πιο πιθανό αν τα επίπεδα της β χοριονικής γοναδοτροπίνης (β-hCG) είναι χαμηλά.
Αν επιλεχθεί η στενή παρακολούθηση, τότε πρέπει να συνεχιστούν απαραίτητα οι συχνοί έλεγχοι με εξέταση αίματος για την β-hCG και ο υπέρηχος, για καταγραφή της προόδου της κύησης.
Αν οι εξετάσεις αίματος δεν δείξουν συνεχόμενη πτώση των επιπέδων της β-hCG, τότε θα χρειαστεί περεταίρω θεραπεία (αυτό συμβαίνει σε μια στις τρείς γυναίκες που διαλέγουν τη στενή παρακολούθηση).
Το πλεονέκτημα της στενής παρακολούθησης είναι πως δεν θα έχεις τις παρενέργειες που μπορούν να έχουν οι άλλες θεραπείες.
Το μειονέκτημα είναι ότι αν και τα επίπεδα της b-hCG μπορεί να μειώνονται, ο κίνδυνος για ρήξη της σάλπιγγας παραμένει.
2) ΜΕΘΟΤΡΕΞΑΤΗ
Όταν η εξωμήτρια κύηση αναπτύσσεται και διαγνωστεί έγκαιρα μπορεί να διακοπεί φαρμακευτικά με τη χρήση μεθοτρεξάτης.
Η μεθοτρεξάτη σταματά την ανάπτυξη των εμβρυικών κυττάρων και είναι κατάλληλη για έμβρυα με διάμετρο μικρότερη των 3,5 εκατοστών.
Η μεθοτρεξάτη δεν είναι κατάλληλη όμως σε γυναίκες με αδύναμο ανοσοποιητικό σύστημα, όπως οι διαβητικές, σε γυναίκες με αιματολογική πάθηση, σε γυναίκες με νεφροπάθεια ή ηπατοπάθεια.
Δίνεται συνήθως μια δόση μεθοτρεξάτης ενδομυικώς, αλλά σε μερικές περιπτώσεις μπορεί να χρειαστεί και δεύτερη.
Η πιο συνηθισμένη παρενέργεια είναι ήπιος κοιλιακός πόνος που ξεκινάει μια-δύο μέρες μετά τη λήψη της θεραπείας και μπορεί να διαρκέσει από 24-48 ώρες.
Άλλες παρενέργειες μπορεί να είναι: αδιαθεσία, διάρροια, ζαλάδα, έλκη στο στόμα.
Θα χρειαστούν εξετάσεις αίματος για τα επίπεδα της β-hCG την 4η και 7η μέρα μετά τη λήψη της μεθοτρεξάτης. Αν η πτώση των επιπέδων δεν είναι αξιόλογη τότε ίσως χρειαστεί χειρουργική θεραπεία.
Ακόμα και με τη λήψη θεραπείας υπάρχει 1 στις 14 πιθανότητα ρήξης της σάλπιγγας γι αυτό πρέπει να γίνεται στενή παρακολούθηση και αναφορά οποιουδήποτε συμπτώματος εμφανιστεί.
3) ΧΕΙΡΟΥΡΓΙΚΗ ΕΠΕΜΒΑΣΗ
Κατά την χειρουργική επέμβαση γίνεται αφαίρεση του εξωμητρίου είτε λαπαροσκοπικά είτε ανοικτά. Το χειρουργείο μπορεί να γίνει είτε αφαιρώντας τη σάλπιγγα( σαλπιγγεκτομή), είτε με μικρή τομή στη σάλπιγγα (σαλπιγγοτομή).Η επιλογή της μεθόδου εξαρτάται από τη θέση του εξωμητρίου και από τις ικανότητες του γυναικολόγου .Δεν έχει αποδειχθεί ποια μέθοδος είναι ανώτερη. Αν έχει προηγηθεί ρήξη της σάλπιγγας και υπογκαιμικό σοκ τότε προτιμάται η ανοικτή επέμβαση.
Πρόληψη
Σίγουρα δεν είναι δυνατό να προλάβεις πάντοτε την έκτοπη κύηση, αλλά μπορείς να μειώσεις τον κίνδυνο εμφάνισης της με την προστασία της γυναίκας από την Πυελική Φλεγμονή.
Η πυελική φλεγμονή έχει βρεθεί πως είναι ο κυρίως ένοχος για έκτοπη κύηση, αφού μπορεί να προκαλέσει ζημιά στις σάλπιγγες.
Η πυελική φλεγμονή προκαλείται από σεξουαλικώς μεταδιδόμενες ασθένειες (ΣΜΑ) όπως τα χλαμύδια και η βλεννόρροια, που ξεκινούν από τον κόλπο και μεταδίδονται προς τη μήτρα, τις σάλπιγγες και τις ωοθήκες.
Έχει αποδειχθεί ότι το αντρικό προφυλακτικό είναι η πιο αποτελεσματική μέθοδος πρόληψης των σεξουαλικώς μεταδιδόμενων ασθενειών. Επίσης σημαντικός είναι ο συχνός έλεγχος από το γυναικολόγο με καλλιέργεια κολπικών υγρών κυρίως στις περιπτώσεις : έναρξης καινούριας σχέσης, μετά από σεξουαλική επαφή χωρίς προφύλαξη, μετά από σεξουαλική επαφή με σύντροφο που υπάρχει υποψία ότι έχει κάποιο ΣΜΑ, αν υπάρχουν συμπτώματα ΣΜΑ.
Ακόμα ένα μέτρο που μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο για εξωμήτριο είναι και η αποφυγή του καπνίσματος, γιατί το κάπνισμα μειώνει την κινητικότητα των σαλπίγγων καθιστώντας δύσκολη τη μεταφορά του εμβρύου από τη σάλπιγγα στη μήτρα.